Τα παθήματα της καλής σοκολάτας
Το να κοτσάρουμε παντού και πάντα µια επώνυμη γαλλική, βελγική ή ελβετική δεν είναι απαραιτήτως ένδειξη της αγάπης και της εκτίμησης που τρέφουμε γι’ αυτήν.
Προσωπικά, προτιμώ σαφώς τη σοκολάτα μέσα στο φαγητό αντί για μετά από αυτό. Αυτή η προτίμηση δεν οφείλεται στην τραυματική -για τον παιδικό εγκέφαλο- σκηνή της έκρηξης του πελάτη, αφού έφαγε το σοκολατάκι στη γνωστή ταινία των Monty Python, αλλά σε λόγους γεύσης. Πάρτε για παράδειγμα το θαυμάσιο πιάτο με στρουθοκάμηλο με σος από σοκολάτα και κρασί Πορτ, που έφτιαχνε ο πρόωρα χαμένος Νοτιοαφρικανός σεφ Φρανκ Σουένστον στο εστιατόριο «Constantia Uitsig» έξω από το Κέιπ Τάουν. Ο μαγικός αυτός συνδυασμός έδινε απίθανα αρώματα και γεύση φρούτων του δάσους, που δεν θύμιζαν σε τίποτε τα συστατικά στοιχεία της σάλτσας. Αντιθέτως, ένα δυνατό ισοπεδωτικό επιδόρπιο με σοκολάτα σβήνει βάναυσα και απότομα τις λεπτές γευστικές αναμνήσεις ενός ωραίου δείπνου. Ο επιθεωρητής Μονταλμπάνο, ήρωας του διάσημου Ιταλού συγγραφέα Αλμπέρτο Καμιγιέρι και μεγάλος καλοφαγάς, δεν έπαιρνε ποτέ κανένα γλυκό μετά το φαγητό, γιατί ήθελε να μείνει «με τη γεύση της θάλασσας».
Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει η σοκολάτα. Τη βρίσκω μία από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις. Για παράδειγμα, δαγκώστε ένα μικρό κομματάκι από ένα συμπαγές καλής ποιότητας σοκολατάκι με πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε κακάο και πιείτε αμέσως μετά μία γουλιά από έναν καλοφτιαγμένο εσπρέσο (ιδανικά, χωρίς ζάχαρη) και θα βρεθείτε για μερικά δευτερόλεπτα στον παράδεισο, και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να πιστεύετε σε κάποια από τις θρησκείες που τον προσφέρουν.
Στο λονδρέζικο Melt, ένα πολυτελές ζαχαροπλαστείο-μπουτίκ με φρέσκα χειροποίητα σοκολατάκια
Τα τελευταία χρόνια, η σοκολάτα μπήκε και αυτή στα χωράφια των ειδών πολυτελείας. Εάν πάτε στο μαγαζί του μεγάλου μετρ του είδους Πιερ Μαρκολίνι στις Βρυξέλλες, έχετε την αίσθηση ότι μπαίνετε σε κοσμηματοπωλείο, η οποία επιβεβαιώνεται απολύτως στην
περίπτωση που προχωρήσετε σε αγορά οποιουδήποτε προϊόντος. Αξίζει άραγε να δώσει κανείς 10 ευρώ για μία παστούλα σε μέγεθος παθολογοανατομικού δείγματος ή έντεκα φορές περισσότερο ανά κιλό για ένα κουτί σοκολατάκια Java lait grand cru του Μαρκολίνι, σε σχέση π.χ. με ένα κουτί μαρκί γάλακτος του ημεδαπού «Αριστοκρατικόν»; Ακόμη και εάν δεν υπήρχε το οικονομικό ζήτημα, αναρωτιέται κανείς πόσοι είναι αυτοί που θα καταλάβαιναν τη διαφορά σε μια τυφλή δοκιμή. Ας μην ξεχνάμε ότι και στη γαστρονομία η δύναμη της αυθυποβολής λόγω ενός brand είναι μεγάλη.
Προ μηνών έτρωγα σε μια ταβέρνα στο Μοναστηράκι, όπου μετά από γαρδουμπάκια, μπεκρή μεζέ, σουτζουκάκια και λοιπά... δυτικότροπα εδέσματα ήρθε ο σερβιτόρος με ένα τεράστιο χαμόγελο και μας είπε υπερηφάνως ότι έχει παγωτό ντοντουρμά με ζεστή σοκολάτα Valrhona. Αυτή η όντως εξαιρετική σοκολάτα έχει νόημα π.χ. σε μια καλοφτιαγμένη τούρτα, σε μια Dame Blanche, σε ένα σωστό προφιτερόλ ή έστω σε ένα φίνο γλυκό ενός γκουρμέ εστιατορίου. Αλλά μετά από γαρδούμπα πάνω σε παγωτό καϊμάκι; Έλεος. Αιδώς, Αργείοι. Υπάρχουν βεβαίως και χειρότερα. Η σοκολάτα, εκτός από βρώσιμο είδος, συχνά χρησιμοποιείται και ως υλικό επάλειψης σε συνεδρίες σοκολατοθεραπείας σε spa, πρακτική η οποία, πέρα από αηδής, θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να απαγορεύεται με νόμο.
Προθήκες με φρέσκα σοκολατάκια στο Melt
Η θετική πλευρά της παραλυτικής κρίσης που βιώνουμε είναι ότι περιορίζονται οι ακρότητες και ο καταναλωτής επιστρέφει σε επιλογές με καλή σχέση ποιότητας - τιμής. Σήμερα, είναι ευκαιρία να εμπιστευτούμε και πάλι τη δική μας γεύση και όσφρηση και να σταματήσουμε να παρασυρόμαστε από ονόματα και μόδες. Γιατί ακόμη και μια απλή σοκολάτα από το περίπτερο θα μας προσφέρει στιγμές απόλαυσης αλλά και αντικαταθλιπτικής δράσης.