Η ιστορία του μπαμπά
Χάρη σε έναν φαφούτη βασιλιά του 18ου αιώνα απολαμβάνουμε σήμερα ένα μεθυστικό γλυκό. Οι μεταβολές που υπέστη στο μεταξύ ήταν μόνο προς το καλύτερο.
Συνήθως, τα παραδοσιακά γλυκά έχουν ιστορία που πλησιάζει το μύθο. Στην περίπτωση του μπαμπά, όμως, η ιστορία είναι ακριβής. Το μπαμπά με ρούμι, που στο ξεκίνημά του ήταν μπαμπά με μάλαγα (γλυκό κρασί), είναι έργο του Νικόλα Στόρερ, ζαχαροπλάστη του βασιλιά Στανισλάς της Πολωνίας, του οποίου η κόρη παντρεύτηκε τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ΄. Όλα αυτά στο τέλος του 18ου αιώνα. Ο Στανισλάς ζούσε στην εξορία και δεν είχε δόντια. Όταν του έστειλαν μια πολωνέζικη μπριός που είχε στεγνώσει, ο Στόρερ την πότισε με κρασί της Μάλαγας που είχε αρωματίσει με κρόκο (σαφράν) και πρόσθεσε κρέμα ζαχαροπλαστικής, σταφίδες και φρέσκα σταφύλια. Αν και ορισμένοι θέλουν το όνομά του να προέρχεται από τον Αλί Μπαμπά, που διάβαζε εκείνη την εποχή ο Στανισλάς, στην πραγματικότητα το όνομα αυτού του πολωνο-ρωσικού γλυκού προέρχεται από τη γνωστή λέξη «μπαμπούσκα» (μπάμπσκα ή μπάμπσια στα πολωνικά), που σημαίνει γιαγιά.
Το γλυκό, κατά τη διάρκεια των χρόνων, υπέστη διάφορες μεταβολές: ποτίστηκε με λικέρ, με ρούμι, με σιρόπι ρουμιού, ενώ την κρέμα ζαχαροπλαστικής αντικατέστησε η σαντιγί. Σήμερα εξακολουθούμε να βρίσκουμε στην Πολωνία και τη Ρωσία το αρχικό γλυκό, που θυμίζει τις φούστες των γιαγιάδων των εκεί περιοχών. Το μπαμπά με ρούμι υπέστη άλλη μία μεταβολή, για να γίνει το κωνικό ατομικό γλυκό που φέρει το όνομα του διάσημου Μπριγιά Σαβαρέν, συγγραφέα της «Φυσιολογίας της γεύσης».
Η έρευνα έχει μερικές φορές εκπλήξεις. Έτσι, ψάχνοντας για την ιστορία του γλυκού, βρήκα το ζαχαροπλαστείο του Νικόλα Στόρερ, το οποίο άνοιξε το 1730, όταν αυτός εγκατέλειψε τις Βερσαλλίες. Υπάρχει ακόμα στην οδό Μοντοργκέιγ, στο 2ο διαμέρισμα του Παρισιού. Εκεί μπορεί κανείς να φάει μπαμπά με ρούμι, αλλά και άλλα γλυκά με ιστορία, φτιαγμένα με συνταγές εποχής, λίγο εκτός μόδας πλέον, αφού είναι μικρές θερμιδικές βόμβες.