Στη «Δάφνη» λέμε ναι (και μπεεε)
Η οικογένεια Μπακούλα δεν μετράει προβατάκια λόγω αϋπνίας, αλλά για να υπολογίσει πόσο γάλα θα εξασφαλίσει για τα εκλεκτά προϊόντα της, με το παγωτό να πρωτοστατεί.
Κρέμες, ρυζόγαλα, γιαούρτια και παγωτά. Σε αυτά ειδικεύεται η εταιρεία «Δάφνη», και μάλιστα στην παραγωγή τους αποκλειστικά και μόνο από πρόβειο γάλα. Οπως εξηγεί ο νεαρός ιδιοκτήτης Δημήτρης Μπακούλας, «η καζεΐνη του πρόβειου γάλακτος είναι πιο εύπεπτη από του αγελαδινού. Παράλληλα η λιποπεριεκτικότητά του είναι υψηλότερη, με αποτέλεσμα, ό,τι και να φτιάξεις με αυτό, να είναι ανώτερο και πλουσιότερο τόσο γευστικά όσο και από άποψη υφής».
Ο Δημήτρης είναι η δεύτερη γενιά που παραλαμβάνει την εταιρεία, η οποία ιδρύθηκε από τον πατέρα του το 1974. Η μικρή οικοτεχνία αρχικά παρήγε γιαούρτια και ρυζόγαλα. Τα παγωτά περιελήφθησαν λίγο αργότερα στην γκάμα τους - το 1978 έφτιαχναν ήδη δώδεκα διαφορετικές γεύσεις παγωτού. Με την έλευση του Δημήτρη, η οικοτεχνία αναβαθμίστηκε σε σύγχρονη, μικρής δυναμικότητας, βιοτεχνία. Σταδιακά δημιουργήθηκαν δύο ακόμη πρατήρια, όπου πωλούνται όλα τα γαλακτοκομικά τους, τα οποία διατίθενται πλέον και σε ατομική και σε οικογενειακή συσκευασία. Λέμε «πλέον» διότι ο πατέρας του πωλούσε χύμα ή σε επαγγελματικές συσκευασίες, ως επί το πλείστον τροφοδοτώντας κρουαζιερόπλοια.
Εκείνο που δεν έχει αλλάξει είναι η πρώτη ύλη, το πρόβειο γάλα, που κάνει τα παγωτά τους τόσο ιδιαίτερα. Εξακολουθούν να το προμηθεύονται απευθείας από παραγωγούς της Αττικής. Ομως, επειδή τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο η παραγωγή πρόβειου γάλακτος λιγοστεύει, προμηθεύονται κάποιες ποσότητες από την Ελασσόνα και τα Μέγαρα, ώστε να καλύψουν τις ανάγκες τους - περίπου 300 με 400 κιλά γάλα ημερησίως για όλη την γκάμα των προϊόντων τους.
Τα παγωτά «Δάφνη» είναι «ζωντανά» και διατηρούν το χαρακτήρα της εποχικότητας. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να παρατηρήσουμε ανομοιομορφίες στη γεύση τους, αφού το πρόβειο γάλα έχει οργανοληπτικές διακυμάνσεις ανάλογα με την εποχή που παράγεται. Βανίλια, σοκολάτα, φιστίκι, καϊμάκι, παρφέ, στρατσιατέλα είναι οι πιο mainstream από τις 17 γεύσεις που βγάζουν αυτήν τη στιγμή. «Χρησιμοποιούμε αληθινή σοκολάτα, μαρμελάδα φράουλα, πάστα φιστικιού τύπου Αιγίνης, ξύσμα και χυμό λεμονιού. Ποντάρουμε στην αυθεντική γεύση και στην ποιότητα των πρώτων υλών μας, έστω κι αν αυτό ανεβάζει τα έξοδα και το κόστος του προϊόντος», λέει ο Δημήτρης Μπακούλας.
Πράγματι αυτά τα παγωτά διαφέρουν. Η αλήθεια είναι πως στις έντονες γεύσεις, όπως στο παγωτό καραμέλα βουτύρου με σοκολατάκια, στο κούκις με σπασμένο μπισκότο ή στο ρακόμελο με ξανθιά σταφίδα Κρήτης, η πρόβεια «καταγωγή» δεν γίνεται και τόσο αντιληπτή. Εκεί όπου είναι σαφής και ξεκάθαρη είναι στο παγωμένο γιαούρτι τους. Εδώ συναντάμε στην πράξη την ισχύ εν τη ενώσει. Αυθεντίες στο γιαούρτι, μαστόρικο και το αντίστοιχο παγωτό τους, από τα ωραιότερα του είδους, το οποίο -έτσι για να μην ξεχνιόμαστε- το εμπλουτίζουν με μέλι ντόπιο και καρύδια. Το δε καϊμάκι τους, φτιαγμένο με τούρκικη συνταγή, περιέχει σαλέπι, αλλά όχι μαστίχα. Είναι μια γεύση εκλεκτή, αν και όχι τόσο μαστιχωτή όσο θα περίμενε κανείς. Αν μάλιστα, καθώς το τρώτε, κάνετε ησυχία, μπορεί και να το ακούσετε να βελάζει... Αν πάλι είστε από αυτούς που ακούν «στάνη» και ανατριχιάζουν, τότε καλύτερα να δοκιμάσετε τις αφράτες γρανίτες τους με πουρέ φρούτων. Ωραίο το βατόμουρο, ωραιότερο το μάνγκο. Η ημερομηνία λήξης τους είναι αρκετά μικρότερη από τη συνηθισμένη. Από την παραγωγή έως την κατανάλωση δίνουν έξι μήνες προθεσμία, όχι επειδή χαλάνε, αλλά επειδή, όσο πιο σύντομα απολαύσουμε το παγωτό, τόσο ανώτερο θα είναι γευστικά. Η συμβουλή του Δημήτρη είναι «να αφήνετε το παγωτό για 10 με 15 λεπτά στο ψυγείο πριν το γευτείτε, ώστε να αποκτήσει την επιθυμητή υφή».